Skip to content

Η πρόκληση για την επόμενη ημέρα-ΑΡΘΡΟ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Οι τεχνολογικές αλλαγές στη σύγχρονη κοινωνία είναι συνεχόμενες και ραγδαίες, με αποτέλεσμα να μιλάμε για την ανάγκη διαρκούς ψηφιακού μετασχηματισμού των επιχειρήσεων και για την αναγκαιότητα επικοινωνίας των ανθρώπων σε μια νέα τεχνολογική πραγματικότητα.

Πράγματι, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών έχει σημαντικές επιπτώσεις στη  λειτουργία των επιχειρήσεων αλλά και σε άλλους τομείς όπως οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, η εκπαιδευτική διαδικασία, οι υπηρεσίες υγείας, η ενημέρωση και ψυχαγωγία, οι μεταφορές, η αγροτική παραγωγή κλπ.

Και ενώ ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να βρει εφαρμογή σε όλους τους κλάδους της οικονομίας και κοινωνίας, η ενσωμάτωση του δεν γίνεται πάντα με την ίδια ευκολία και αποτελεσματικότητα, και δεν ωφελεί πάντα ισότιμα όλους τους πολίτες.

Για παράδειγμα, στη σύγχρονη αγροτική παραγωγή, ο ρόλος της τεχνολογίας δεν έχει φτάσει ακόμη στο βαθμό που απαιτείται για να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες των παραγωγών και να ανταποκριθεί στις ιδιαιτερότητες της παραγωγικής διαδικασίας.

Γίνονται βέβαια κάποια βήματα προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης νέων, σύγχρονων τεχνολογικών συστημάτων, τόσο σε επίπεδο παραγωγικών μονάδων, όσο και σε αυτό των μικρών επιχειρήσεων, με πρωτοπόρες εφαρμογές σε χώρες όπως το Ισραήλ και η Ολλανδία, που εμφανίζουν υψηλότατα επίπεδα παραγωγικότητας εξ αιτίας των ψηφιακών καινοτομιών στον τομέα της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής.

Η παροχή κατάλληλων εργαλείων και κινήτρων στους Έλληνες παραγωγούς είναι επιβεβλημένη, για να μπορέσει ο κλάδος να ανταπεξέλθει στο διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον. Περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από υψηλές επενδύσεις στις νέες τεχνολογίες, σε συνδυασμό με την αναμόρφωση του όλου παραγωγικού μοντέλου, στοχεύοντας στην αύξηση της παραγωγικότητας και της κερδοφορίας.

Για την επίτευξή του στόχου απαιτείται η περαιτέρω ψηφιοποίηση και ο εκσυγχρονισμός των διαδικασιών, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να κερδηθεί το στοίχημα του εκσυγχρονισμού και της δημιουργίας  νέων και ελκυστικών θέσεων απασχόλησης.

Σήμερα, η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης με το Διαδίκτυο των Πραγμάτων (IoT) αποτελεί τη βασικότερη τεχνολογία που αναμένεται να φέρει θεμελιώδεις αλλαγές, δεδομένου ότι θα εξελιχθεί σε βασικό μοχλό ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων αλλά και αναβάθμισης των υπηρεσιών του δημόσιου τομέα.

Η παραδοχή αυτή ισχύει για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, όχι όμως και για την Ελλάδα, όπου κυριαρχεί μόνο η επικοινωνιακή διαχείριση του κρίσιμού αυτού τομέα. Βρισκόμαστε, δυστυχώς, στις τελευταίες θέσεις στην σχετική κατάταξη ανάμεσα στις  χώρες της Ε.Ε. ως προς τη χρήση λύσεων τεχνητής νοημοσύνης στη βιομηχανία, ενώ εκκρεμούν δεκάδες υπουργικές αποφάσεις από το σχετικό νόμο του Σεπτεμβρίου του 2020 για τον ψηφιακό μετασχηματισμό.

Η ψηφιακή αναβάθμιση τόσο για τις επιχειρήσεις, που αναγνωρίζουν ολοένα και περισσότερο την ανάγκη προσαρμογής τους στις νέες απαιτήσεις της ψηφιακής αγοράς, όσο και για τους πολίτες, προχωρά με πολύ αργά βήματα και με αρκετά υψηλό κόστος.

Ταυτόχρονα, δε διασφαλίζεται η απρόσκοπτη συμμετοχή όλων των πολιτών, καθώς λόγω του υψηλού κόστους και της απουσίας επαρκούς κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού, η πρόσβαση στις νέες τεχνολογίες αποτελεί είδος πολυτελείας για πολλά νοικοκυριά.

Αν και η χρήση νέων τεχνολογιών στη χώρα μας και η πρόσβαση στο διαδίκτυο διευρύνεται, το ποσοστό των χρηστών παραμένει μικρότερο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις.

Η χώρας μας εξακολουθεί να βρίσκεται μεταξύ των ουραγών της Ε.Ε. σε ταχύτητες πρόσβασης στο διαδίκτυο. Στην πρόσφατη έρευνα του European Data Journalism Network η Ελλάδα παρέμεινε το 2021 στην 33η θέση ανάμεσα σε 35 χώρες, όπως και το 2020.

Επίσης και τα πρόσφατα στοιχεία της βρετανικής εταιρείας Cable.co, καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα κάνει βήματα προς τα πίσω στον ψηφιακό μετασχηματισμό καθώς κατατάσσεται πλέον στην 74η θέση, ενώ βρισκόταν στην 61η θέση το 2020 και στην 56η θέση το 2019 στην ταχύτητα του διαδικτύου.

Παράλληλα, οι Έλληνες πολίτες πληρώνουν πολύ ακριβά για τη χρήση δεδομένων στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. και του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού και διεθνών οργανισμών που ασχολούνται με το θέμα, εγείροντας σοβαρές ενστάσεις για τον εποπτικό και ρυθμιστικό ρόλο της ΕΕΤΤ.

Η Ελλάδα σήμερα, έχει ανάγκη από ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο που θα δίνει έμφαση και στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην καινοτομία, με την ενθάρρυνση και μόχλευση των σχετικών επενδύσεων, οι οποίες παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα για τις ανάγκες της χώρας

Η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο κάλυψης αυτής της ανάγκης, στην πορεία του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους, των επιχειρήσεων, και των παροχών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Για να γίνει, όμως, δυνατή αυτή η πορεία, χρειάζεται μια ολοκληρωμένη, συγκροτημένη και αποφασιστική πολιτική με μακροχρόνιο όραμα και κίνητρα για το «επιχειρείν» που να ανταποκρίνεται και να προσαρμόζεται αποτελεσματικά-και με διαφάνεια-στις νέες μεταβαλλόμενες συνθήκες.

Η κοινωνία έχει ανάγκη από σύγχρονες πολιτικές που θα ακολουθούν τις νέες προκλήσεις, θα υλοποιούν προγράμματα εθνικής κλίμακας, ικανά να γεφυρώσουν το «ψηφιακό χάσμα» που μας χωρίζει από τις πιο αναπτυγμένες χώρες της ΕΕ, φέρνοντας στο προσκήνιο τόσο τις μειονεκτούσες περιοχές όσο και τις μη προνομιούχες ομάδες των πολιτών.

Μία νέου τύπου συμπεριληπτική πολιτική, που θα δίνει έμφαση στην τόνωση του καθαρού ανταγωνισμού, με την στοχευμένη και διαφανή αξιοποίηση των δημόσιων πόρων. Μπορεί να αλλάξει το κλίμα, και να δημιουργήσει προϋποθέσεις  για την ταχεία σύγκλιση της χώρας με τους πρωτοπόρους της νέας εποχής, αξιοποιώντας το ανθρώπινο δυναμικό μας και τα αντικειμενικά πλεονεκτήματα που μας προσφέρει η γεωγραφία και η ιστορία μας.

 

Back To Top