Skip to content

Μύθοι και αλήθειες για την ελληνική οικονομία-Άρθρο στο ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αποτελεί αναμφίβολα μια θετική εξέλιξη για τη χώρα και την οικονομία, χωρίς βέβαια να λύνει αυτόματα τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση.

Γιατί η αναμενόμενη αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας δεν  μειώνει απαραίτητα το κόστος δανεισμού, ούτε τον όγκο του κρατικού χρέους που ξεπέρασε τα 400 δις επί της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, με το δημόσιο χρέος να μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ – λόγω και του υψηλού πληθωρισμού – αλλά να παραμένει το υψηλότερο στην ευρωζώνη.

Με τη δαπάνη για τόκους να αυξάνεται διαρκώς, λόγω της αύξησης των επιτοκίων και την υποκατάσταση των χαμηλότοκων δανείων διάσωσης με νέα υψηλότερα από τις αγορές, με τις απλήρωτες καταπτώσεις εγγυήσεων και τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις να διογκώνουν συνεχώς το χρέος, η πραγματική δημοσιονομική εικόνα της χώρας επιβάλλει διαρκήεπαγρύπνηση, όπως επισημαίνει και το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο σε πρόσφατη έκθεσή του για την αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους.

Και βέβαια, σιγή ιχθύος από την πλευρά της κυβέρνησης για τα μεγάλα και δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Όπως η αδυναμία χρηματοδότησης των επιχειρήσεων ήτο δυσθεώρητο έλλειμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που θα διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα ως και το 2026, με το εμπορικό έλλειμμα να ξεπερνά τα 20 δις ευρώ το 2022.

Και βέβαια, το μεγαλύτερο πρόβλημα στα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους που υπερβαίνει τα 270 δις ευρώ, αυξάνεται διαρκώς και απειλεί νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ποια είναι τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής σε αυτό τον τομέα;

Στην οδυνηρή πραγματικότητα των 7.000.000 αθροιστικά οφειλετών σε funds, εφορία, ΕΦΚΑ και τράπεζες, η κυβέρνηση αντιτάσσει τις 7.257 όλες και όλες ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού σε δύο χρόνια και τις διμερείς συμφωνίες δανειοληπτώνfunds που είναι άγνωστο για πόσο μεγάλο χρονικό διάστημα εξυπηρετούνται. Πάνω από 53.000 πλειστηριασμοί αναμένεται να αναρτηθούν το 2023, την στιγμή που ελληνικές επιχειρήσεις εξαγοράζονται βίαια από ξένα funds, ενώ η ανεξέλεγκτη ακρίβεια επιδεινώνει την καθημερινότητα των πολιτών.

Ζοφερή, λοιπόν, η πραγματικότητα για την πραγματική οικονομία αλλά σημειώνεταιαύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων, οι οποίες θα αυξηθούν περαιτέρω μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Σωστή παρατήρηση, αρκεί οι ξένες επενδύσεις να μην εξαντλούνται σε real estate και χρηματοπιστωτικό τομέα, όπως σήμερα, ’’επενδύσεις’’ δηλαδή χωρίς προστιθέμενη αξία και παραγωγικό αποτύπωμα για την εγχώρια οικονομία και την ελληνική επιχιερηματικότητα.

Και όλα αυτά τη στιγμή που τα 12,7 δις ευρώ δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης – που αναμένεται να αυξηθούν κατά 5 δις- κατευθύνονται σε λίγες και μεγάλες επιχειρήσεις, αφού μόλις 469 αιτήματα έχουν υποβληθεί και 197 έχουν εγκριθεί, με εκατοντάδες χιλιάδες επιχειρήσεις να αποκλείονται επί της αρχής από την πρόσβαση σε φθηνό τραπεζικό δανεισμό.

Θετικές, λοιπόν, οι προοπτικές από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, σίγουρα, όμως, δεν προσφέρεται για πανηγυρισμούς.

Back To Top