Skip to content

Πρόγραμμα ΔΙΑΥΓΕΙΑ Μέρος Α (επί της αρχής)

Συζητάμε σήμερα ένα νομοσχέδιο σε μια συγκυρία που το πολιτικό κλίμα χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη νοσηρότητα και η επικαιρότητα βομβαρδίζεται καθημερινά με σκάνδαλα, αυθαιρεσίες κρατικών λειτουργών, παρατυπίες δημοσίων λειτουργών, ύποπτες συναλλαγές και γενικά υποθέσεις κακοδιαχείρισης και διαφθοράς, επιλεκτικές σχέσεις πολιτικών προσώπων με εταιρείες που αναλαμβάνουν δημόσια έργα.Αυτά βέβαια δεν αφορούν την παρούσα Κυβέρνηση αλλά τις προηγούμενες Κυβερνήσεις. Η επικαιρότητα βομβαρδίζεται ακόμα με εκλεκτικές σχέσεις ή συγγένειες μελών συλλογικών οργάνων διοίκησης με πολιτικά πρόσωπα, που συντηρούν ένα κλίμα αναξιοκρατίας και διαφθοράς, πράξεις αιρετών δημόσιων λειτουργών που ελέγχονται ως προς τη νομιμότητα αμφισβητούνται ή διαφέρουν κατά περίπτωση, συντηρώντας ένα κλίμα καχυποψίας.

Επίσης, με αποφάσεις δημοσίων προσώπων με θέση ευθύνης που λειτουργούν στο όνομα του δημοσίου συμφέροντος και διαχειρίζονται δημόσιους πόρους και συντηρούν ένα κλίμα αμφισβήτησης, αναξιοπιστίας, μια ύποπτη και περίεργη ατμόσφαιρα για τις πολιτικές πράξεις και τους πολιτικούς αποφάσεις που αμφισβητούνται ως προς τη χρησιμότητα και επιβεβαιώνουν την άσχημη εικόνα της κοινής γνώμης, των πολιτών για τους λειτουργούς του πολιτικού συστήματος, οι οποίοι πολλές φορές, δυστυχώς με κινητές ομολογίες ή και μεταβαλλόμενες στάσεις επιβεβαιώνουν αυτές τις υποψίες. Η επικαιρότητα, όπως διαμορφώνεται από τα μέσα ενημέρωσης, χαρακτηρίζεται κυρίως από ενέργειες που δίνουν έδαφος για ισοπεδωτικές αντιλήψεις και τάσεις που με συστηματικό τρόπο αναπαράγονται από τα μέσα ενημέρωσης και βρίσκουν μεγάλη απήχηση συντηρώντας ένα φαύλο κύκλο παρακμής του δημόσιου βίου και του πολιτικού συστήματος. Σε αυτή τη διαδικασία αποκαλύψεων τέτοιων παρατυπιών ή τυχόν παράνομων ενεργειών, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει το διαδίκτυο. Καθημερινά γινόμαστε δέκτες αναρτήσεων που μας πληροφορούν άλλοτε με ακρίβεια, άλλοτε με λιγότερο αξιόπιστο και άλλοτε με εντελώς παραπλανητικό τρόπο για αποφάσεις και πρωτοβουλίες πρωταγωνιστών του πολιτικού συστήματος και των δημόσιων λειτουργών. Η ευχέρεια, βεβαίως, στην πρόσβαση της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών χωρίς ηλικιακούς ή μορφωτικούς φραγμούς και η ανωνυμία που επιφυλάσσουν τα ιστολόγια και πολλοί διαδικτυακοί τόποι καθιστούν το διαδίκτυο τον βασικότερο φορέα ενημέρωσης και διαμόρφωσης της κοινής γνώμης στην εποχή μας.

Όμως, «ενημέρωσης με αρνητικό πρόσημο», αφού είναι σίγουρο ότι, οποιοσδήποτε κυβερνητικός παράγοντας, κρατικός λειτουργός ή αιρετός αυτοδιοίκησης αναζητήσει διαχρονικά καταχωρήσεις με το όνομά του στο διαδίκτυο, στη συντριπτική πλειοψηφία θα βρει καταγγελίες, κατηγορίες και αμφισβήτηση των λεγόμενων ή των πράξεών του.

Παράλληλα, το διαδίκτυο είναι ο τόπος, όπου συνηθέστατα βλέπουν το «φως» της δημοσιότητας δημόσια έγγραφα, αποφάσεις κυβερνητικών παραγόντων ή κρατικών λειτουργών, που επιβεβαιώνουν ύποπτες πρακτικές, που δεν προασπίσουν το δημόσιο συμφέρον και απαξιώνουν συνολικά την πολιτική. Έτσι, με αυτό τον τρόπο συντηρείται η λογική, που υπερασπίζεται την άποψη ότι, η πολιτική είναι ένα «άβατο» για την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, ένα «κλειστό κλαμπ» όπου λαμβάνονται αποφάσεις ή γίνονται επιλογές με ύποπτο, μυστικό ή σχεδόν συνωμοτικό τρόπο και οι πολίτες δεν μπορούν να λάβουν ούτε τη στοιχειώδη γνώση αυτών των ενεργειών. Λογική που σαφώς βρίσκεται έξω από τις αρχές και τις φιλοσοφίες αυτής της Κυβέρνησης, η οποία υπερασπίζεται την διαφάνεια, την αξιοκρατία, τη λογοδοσία, τις «ανοιχτές» διαδικασίες, το δικαίωμα στην πρόσβαση και στην ενημέρωση για κάθε τι που αφορά δημόσιους πόρους. Η νομοθετική πρωτοβουλία αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει τη σταθερή αυτή προσήλωση στο στόχο της Κυβέρνησης.

Βεβαίως, η πρωτοβουλία αυτή έρχεται σε συνέχεια με το Ν. 3812/2009, που πλέον με αδιαπραγμάτευτο τρόπο επιβάλλει τη διαφάνεια στο σύστημα προσλήψεων στο δημόσιο τομέα, κλείνει κάθε παράθυρο και δεν δίνει δικαίωμα για παρερμηνείες στο υπάρχον νομικό πλαίσιο, σταματώντας κάθε υποψία και κάθε «εμπόριο ελπίδας», ειδικά, στη νέα γενιά. Έρχεται σε συνέχεια με το Ν. 3839/2010, για την επιλογή διευθυντικών στελεχών, που βάζει τέλος στην λογική του «κράτους λάφυρου», στην «αναξιοκρατία» και «κομματοκρατία», που χαρακτήριζαν και ταλαιπωρούσαν το ελληνικό δημόσιο με τα γνωστά αποτελέσματα για διαφθορά, σπατάλη, κακοδιοίκηση, που οδήγησαν τη χώρα ως εδώ.

Έρχεται σε συνέχεια με τον νόμο 3852 για τη νέα μορφή αυτοδιοίκησης στο σχέδιο Καλλικράτης, που πλέον διαμορφώνουν ένα ενιαίο πλαίσιο για χρηστή διαχείριση και διοίκηση στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι – κατά κοινή ομολογία – αποτελούν «άντρο» διαφθοράς και κακοδιαχείρισης, επιβάλλοντας προληπτικό έλεγχο, συλλογική λειτουργία και δυνατότητα ελέγχου από τους πολίτες.

Ακόμη και με τον νόμο 3838 που βάζει τάξη στο καθεστώς απόδοσης ιθαγένειας και θέτει τέλος σε κυκλώματα, που εμπορεύονται την ελπίδα και αποτρέπουν αποφάσεις αντιφατικές, που εξέθεταν την εκάστοτε πολιτική ηγεσία ως προς τις προθέσεις της.

Με το σχέδιο νόμου που συζητάμε για το οποίο έρχεται σε απόλυτη αρμονία με όλες τις προηγούμενες νομοθετικές πρωτοβουλίες του Υπουργείου, τίθενται στο «φως» και στην κρίση των πολιτών σχεδόν όλες οι διοικητικές πράξεις και αποφάσεις, που αφορούν στην προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος, με τη δημοσιοποίησή τους στο διαδίκτυο. Ενισχύεται η διαφάνεια στον δημόσιο βίο και μπαίνει φραγμός στην παραπληροφόρηση και στην παραπολιτική. Όμως, κυρίως, δρα προληπτικά και αποτρεπτικά σε φαινόμενα διοικητικής ή πολιτικής ασυδοσίας, ύποπτων πράξεων – ακόμα και διαφθοράς – που πλέον κάθε πρόσωπο και κάθε συλλογικό όργανο θα πρέπει να δημοσιοποιεί και με αυτόν τον τρόπο να δικαιολογεί ότι, λειτουργεί στο «όνομα» του δημοσίου συμφέροντος τις επιλογές και τις αποφάσεις τους.

Βεβαίως, δεν  περιποιεί, συνολικά, τιμή στο πολιτικό σύστημα το γεγονός ότι, παρά το σύνθετο και πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενο και πολύπλοκο νομοθετικό πλαίσιο, που θεωρητικά θα έπρεπε να δεσμεύει και να καθοδηγεί τις αποφάσεις και επιλογές αυτές, γίνεται επίκληση στη δημοσιότητα, ώστε να διασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή διαφάνεια και αξιοκρατία. Επίσης, δεν περιποιεί τιμή το γεγονός ότι, η πολιτική φαίνεται να καθοδηγείται και να χειραγωγείται από την κοινή γνώμη – και όχι η πολιτική να καθοδηγεί την κοινή γνώμη – όχι σε μια ειλικρινή πρόθεση ανάθεσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης, αλλά σε μια αγωνιώδη προσπάθεια να αποδείξει τα αυτονόητα.

Αυτή η πραγματικότητα, την οποία βιώνει συνολικά το πολιτικό σύστημα, σε καμία των περιπτώσεων δεν πρέπει ν’ αδικήσει τη νομοθετική αυτή πρωτοβουλία, που αποτελεί προεκλογική δέσμευση της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού και συνιστά μια καινοτομία, που δεν εφαρμόζεται πουθενά στην Ευρώπη – με εξαίρεση την Μεγάλη Βρετανίας, όπου, με βάση εθιμικού δικαίου και όχι νομοθετικού ή συνταγματικού πλαισίου, δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο ανάλογες αποφάσεις, που αφορούν δημόσιες δαπάνες.

Back To Top